Editionen in
HGV 19384

P. Flor. 3

369
|.. κα̣[λ]α[μ]ουργήσο κ̣[ατ᾽ ἔ]τ̣ος κτλ.G.-H., P. Oxy. XIV 1631, 11 Anm.
ἀντλητὸν π[ο]ιήσοντι ἀπὸ Φαρμοῦθι κτλ. P. Flor. III S. XI.
1
σποριμ̣[ ] → σκορπι[ῶ], P. Soterichos 1, Anm. zu Z. 25f. (nach einem Photo).
2-3
κα̣[λ]α[μ]ουργήσο κ̣[ατ᾽ ἔ]τ̣ος ἐκ [κ(αι)]νῆς καὶ νέας περ̣ι̣|[σ]τάσεω̣ς (B.L. 1, S. 459) → κ[αλ]α[μ]ουργήσω̣ κ[ατ᾽ ἔ]τος ἐκ [κα]ινῆς κλίνεα πεν | τάσ̣τυλ̣α̣, P. Soterichos 1, Anm. zu Z. 26ff.
5
κ(αὶ) | [σ]χοινία κ(αὶ) ἀπορυγιῶι κτλ.G.-H., P. Oxy. XIV 1631, 11 Anm.
6
π[ο]ιήσοντι(B.L. 1, S. 460) → [ἐ]π̣[ι]τ̣[ε]λ̣έ̣[σ]ω̣ι̣ (l. -σω), P. Soterichos 1, Anm. zu Z. 29ff.
7-8
Zu ποτίζειν/ποτισμὸς ἀπὸ ποδός vgl. H. Cadell, Les problèmes institutionnels de l’eau S. 114-117 (gegen B.L. 3, S. 58).
7
ἀπὸ ποδός gehört zu ποτισμοῦ und steht hier in der Bedeutung 'angemessen' Karl Fr. W. Schmidt, Göttingische Gel. Anz. 194 (1932), S. 285.
9
τὸν ἀνδερευτήν, τῶν | ἐν τῷ κτλ. P. Flor. III S. XI.
20
κ(αὶ) τα(ῖ)ς πλαστα (ῖ) ς (= Lehmwand) συνεστώσαις | κτλ. Pr.