P. Lond. 2 ⇧
R
| περίδειπνον (= Schmaus) ᾽απόλλων̣ος κτλ. Pr.
R
| ἐλαίου ʃ μ̣ ἰβιωβοσκῷ μ̣ κτλ. Crönert, P. Lond. III S. 381.
V
μου ὑγῷ (= υἱῷ) τῷ ὄντι κτλ. PSI. V 532, 2 Anm.
V
στ[ → Π[έρσης | τῶν, J. Lesquier, Institutions militaires S. 348.
V
| [ τῶν Πτολ]εμαίου κτλ. G.-H., Class. Rev. 1898, 434.
Vgl. O. Guéraud, Enteuxeis S. 50.
3
μελί(χρως) ὑπόκλαστ̣ω̣ς (= ὑπόκλαστος) ἀναφάλανθος πλατυπρόσωπος εὐθύρ[ιν] | [ ὀ]φθαλμοῖς, ὦς (= οὖς) δεξιὸν τετρημένος, οὐλὴ κτλ. Blass, Lit. Zentralbl. 1899, 131. G.-H., Class. Rev. 1898, 434.
4
Am Anfang wohl zu erg.: [ἀδύνατος oder ἀσθενῶν τοῖς, P. Petrie2 1, S. 53, Anm. 126.
6
ἐπιβάλλοντα μ[οι]μέρη δύο | κτλ. G.-H., Class. Rev. 1898, 434.
7
ἀδελφοῖς ἀ[πὸμε]ρ̣ῶνπέ [ντε] | κτλ. W., A I 134.