P. Lips. 1 ⇧
Κεφάλ(ωνος) Γυμνικοῦ, P. Rein. 2. 136, 3.
2
| Πασήμι Κεφάλ(ου?) . ῎Εσχ(αμεν) ὑπ(ὲρ) ἐνοικ(ίου) κ (ἔτους) | ἀ(πὸ) Κεφάλ(ου) κτλ. W., A IV 480. zustimmend Mitteis, briefl. (laut Orig.).
3
ἀ(πό) (B.L. 1) → ᾱ, aufzulösen (ὀνόματος κληρονόμων), J. Shelton, Z.P.E. 20 (1976), S. 128-133.