P. Mil.Vogl. 3 ⇧
Zu datieren: 16.11.165 n.Chr., P. Mil. Vogl. 6, S. XVIII.
15
→ κ̣[α] ε̣ἰς [<σ>πορὰν] χόρτου σεαυτῷ̣ κατασπείρων | εἰ̣ς κα̣τ̣ά̣β̣ρ̣ω̣μα προ̣βάτ̣ων, λαμβανό̣ντων ἡ|μ̣ῶν ὑπὲρ [ἔργων] τῶν ἀρουρῶν ἕνδεκα ἑκάστης | ἀρούρης δ̣ρ̣[αχμὰς] τ̣έ̣σσαρες (l. τέσσαρας), τῷ δὲ δευτ̣έ̣ρῳ ἔτι (1. ἔτει) | τῆς μισθ[ώσεως τ]ὰς μ̣ὲ̣ν̣ ἀρούρας ἕνδεκα ε̣ἰ̣ς̣ <σ>π̣ο̣ρὰν | πυροῦ, ἐκφ[ορίου σ]ὺν αἷς λη̣μψό̣μεθα σπερ-μάτ[ων] | πυροῦ ἀρτά[βαις ἕ]νδεκα, πυροῦ ἀρταβῶν ἑκατὸ[ν τεσ]|σερά̣[κοντα τριῶ]ν̣, [τὰς δ]ὲ̣ λοιπὰς ἀρούρα̣[ς δ]έκα ε[ἰς] | <σ>πορὰν χόρ[του σεαυ]τ̣ῶ̣ κα̣-τα[σπ]είρων εἰ̣ς̣ κατ̣ά̣[βρω- (jetzt folgt Z. 16), P. Mil. Vogl. 6, S. XVIII.
39-40
Νικάριο̣ς̣ έπηκολού|θ̣η̣σα, (am Original), P.J. Parsons, B.A.S.P. 6 (1969), S. 44.