P. Flor. 3 ⇧
ἀνακεχ(ωρηκότος) περιεγ (ένοντο) ιζ | κτλ. Pr.
33
περιεγ(ένοντο) (B.L. 1, S. 460): περιεγ ‵ε′ Pap., P.J. Sijpesteijn, J.Jur.P. 24 (1994), S. 136, Anm. 9.
V°
Viell. zu datieren nach dem 12.1.114 n.Chr., F. Mitthof, Tyche 22 (2007), S. 209.