P. Lond. 2 ⇧
καὶ Λητ[οπ(ολίτου). ῎Εχω] δ̣ι̣[αγε]γ̣ρ̣(αμμένας) παρὰ σ[ο(ῦ)] | Χαρίας κτλ. W., A I 143.
3
Λητ[ο(πολίτου). ῎Εχω] δ̣ι̣[αγε]γ̣ρ̣(αμμένας) (Β.L. 1, S. 248) → Λητ[ο(πολίτου)] δ̣ι̣[αγέ]γ̣ρ̣(απται), P. Customs, S. 190, Anm. 4.