P. Oxy. 10 ⇧
2
γενομ(ένῳ) σ̣τ̣ρ̣α̣(τηγῷ) Δ̣ι̣ο̣π̣(ολίτου) στρα(τηγῷ) ᾽Οξ(υρυγχίτου): viell. γενο(μένῳ) ὑ̣π̣ο̣μ̣(νηματογράφῳ) διαδεχ(ομένῳ) στρα(τηγίαν) ᾽Οξ(υρυγχίτου), J.E.G. Whitehorne, Aeg. 67 (1987), S. 119 und G. Bastianini, J. Whitehorne, Strategi and Royal Scribes S. 103, Anm. 1 zu Κλαύδιος Διοσκουρίδης ὁ καὶ Χαιρέας.