μίαν [κ]εχ̣[αρα]κ[με]νη (l. κεχαραγμένην) → μίαν \πυ̣[ρ]ρ̣ὰν/ [κ]εχ̣[αρα]κ[με]νη (l. κεχαραγμένην), M.G. Elmaghrabi (from photo)