ἐ[ν ᾗ ± 3 ( ) καὶ ψειλ(οῦ) τόπ(ου) περ]ιτετειχ(ισμένου) καὶ χρηστ(ηρίων) → ἐ[ν ᾗ ψειλ(ὸς) τόπ(ος) περ]ιτετειχ(ισμένος) καὶ χρηστ(ήρια)