προφέρον[τος γράμματα μὴ εἰδέναι] → προφερομ̣(ένου) εἶ[ναι ἀγραμμάτου], P.J. Sijpesteijn, Z.P.E. 56 (1984), S. 95; → προφερομ̣(ένου) γρά(μματα) [μὴ εἰδέναι] (nach dem Photo), N. Kruit.