παρ᾽ ὀφρὺν φα<λα>κρό[ς → παρ᾽ ὀφρὺν ἀ̣ρι(στερὰν) ἄκρᾳ[ι, P. Baden 2, S. 17; vgl. schon F. Preisigke, Wörterbuch 1, s.v. ἄκρα.