Κλαυδίωι ῞Οουλιανῶι βασιλι̣(κῷ) γρ(αμματεῖ) | ᾽αρσι(νοίτου) ῾Ηρακλείδο(υ) μερίδο(ς) | παρὰ Θατρείους (kleiner Zwischenraum) τῆς | Σα̣ραπ̣ίω̣νος τῶν ἀ̣[πὸ] κώμης | Καρανίδος κτλ. Bell, briefl., laut Orig., auf Grund eines nachträglich aufgeklappten Streifens.