[῾Ηρακλεί]δου (l. -ης) ἐπικ(αλουμένου) (l. -ος) (vgl. B.L. 7, S. 213) → ῾Ηρακλεί]δου τοῦ κ(αί), P.J. Sijpesteijn, Aeg. 66 (1986), S. 152.