Λέων υἱο(ῦ) (l. υἱὸς) συν θ | Λολου → Γενναδίου (l. -διος) σὺν θ(εῷ) | ἰλλού(στριος), P.J. Sijpesteijn, Aeg. 68 (1988), S. 88 (am Original).