. . . π̣ε̣π̣ο̣ί̣η̣μ̣α̣ι̣ τὴν φο[ρμαρίαν] → [καὶ εἰς ἀσφάλειαν ὑμῶν] καὶ τοῦ δημοσίου πεποίημαι τὴν φο[ρμα]ρ̣(ίαν) (l. φωρμαλίαν) [τῶν νομισμ(ατίων)] τ̣ε̣σ̣σ̣έ̣ρ̣ω̣ν̣ (l. τεσσάρων)