᾽Ιλλουστρ(ίου) → ἰλλούστρ(ιος), P.J. Sijpesteijn, Aeg. 68 (1988), S. 84.δι᾽ ἐμοῦ κ.τ.λ. → δι᾽ ἐμοῦ Πνίννου βοηθ[(οῦ) στοιχεῖ μοι τὸ] ἐ̣[ντάγιον ὡς] π̣ρ̣όκ(ειται). ῾Η̣ἁ̣γ̣ί̣[α τρ]ι̣ά̣ς † ο̄, R. Pintaudi, P.J. Sijpesteijn, Z.P.E. 78 (1989), S. 105, Anm. zu Z. 3.