ἔγραψα αὐσοῦ (l. αὐτοῦ) ⟦μὴ̣ ε[ἰ]δ̣ότος⟧ ἀγραμ|μάτου → ἔγραψα ὑπὲρ αὐτοῦ παρ[ό]ντος ἀγραμμ(άτου) | ὂντου (l. ὂντος), S. Kovarik, Tyche 24 (2009), p. 223.