ἐπ̣ὶ̣ χ[οι]ριδί[ων] καὶ μόσχω(ν) καὶ κρ[εῶ]ν μοσχίω̣(ν) κα[ί] κ̣[ρ]ε̣ῶ[ν] χοιρείω(ν), T.C. Skeat in P. Leit. 12, Anm. zu Z. 10.