καὶ Ψεναμοῦνι[ς ……]. υ μ(ητρὸς) Σενεπώνυχος νεω(τέρας) Ψάι[το]ς | [. . .] ἰδιοκ(τήτου) κτλ. Pr., laut Lichtbild. Bell, briefl., laut Orig. W., GgA. 1894, 735.