γεω̣ρ̣|γὸς ένκατ̣α̣ <λ>ε̣ί̣πω̣[ν] (oder: ἐνκατ̣α̣λ̣ι̣πώ̣[ν]) | μου τὸν ἀ̣[γ]ρὸν | κ(αὶ) ὲφελκόμενό[ς] μοῦ | [τ]ὴν ὑπόλημψιν | κτλ. W., A IV 543. G.-H., A IV 547.