[῾Ω]ρίων ᾽Ασίωνο̣(ς) γυμ(νασιάρχης) → Σ̣[υ]ρίων αἰωνογυμ(νασίάρχος), D. Hagedorn, P. Schubert, Z.P.E. 81 (1990), S. 278 und P. Diog., S. 56-57.