| (ἀρταβῶν) τ, ἐφ᾽ οὗ κυ (βερνήτης) Πόρτις, ἀγγαρευθέντος ὑπὸ σοῦ ἐν ιτηι ὶ τοῦ αὐτοῦ μηνὸς/Πτολε|μαίδι συνέμειξά σοι ἐπὶ τοῦ κτλ. Petr. III 36 b. Petr. III Seite X zu36 b.