[…]. ι̣τ̣ον παρωι|[. . .]α. Ταγήτω → viell. [μοι ἵ)π̣π̣ον παρώι|[αν. Κατ]αταγήτω, W. Clarysse, Anc.Soc. 6 (1975), S. 72-73.