→ ]οστρον πα̣[- - -]ρωμα[- - -] (l. χ]ρῶμα oder στ]ρῶμα oder viell. ] ῥωμα[ικά) | ἄλλο στιχα[ρομαφόριον (unter Ablehnung von ἕτερον in Z. 6).