διμίου σταυροῦ → Διμίου Σταυροῦ (l. Τιμίου Σταυροῦ), wohl der Name eines Klosters (vgl. Stud.Pal. 10. 219, Z. 9), F. Morelli, Z.P.E. 138 (2002), S. 159-160.