β̣ [ | ] ̣ ̣ης → β̣. [Ὀ δεῖ|να ἱερεὺς καὶ ἀρχιδικαστὴς στρα(τηγῷ) Ἡρακ(λείδου) μερίδος τοῦ Ἀρσ(ινοίτου) χα(ίρειν). Τῆς τετελειωμ]ένης, Mitteis, Chrest. 240.