λ̣ηνα̣ρ̣[ίου] τῆς ᾽Αντινόου (scil. πόλεως) ν̣ομ[α]ρ̣χ(ήσαντος) (B.L. 1, S. 432) → Λ̣ηνα̣ρ̣[ ] (Ortsname) τῆς ᾽Αντινόου νομαρχ(ίας), P. Würzb., S. 53, Anm. 3; Λ̣ηνα̣ρ̣[ ] → wohl Λ̣ηνα̣ί̣[ου], P. van Minnen.