ἀναφα[ιρετ.. ἀπὸ τοῦ νῦν εἰς τόν] → wohl ἀναφα[ιρέτως εἰς τόν], P.J. Sijpesteijn, Chr.d’Ég. 61 (1986), S. 106, Anm. zu Z. 23-25.