L. Παχὼ(ν) κ̄ε̄ usw. - ὀνό(ματος) ᾽Ασκλᾶς |4 ᾽Ασκλᾶτο(ς) Π ….. ιο(ς) διὰ ῾Ερμί(ο)υ |6 καὶ μ(ετόχων) ϲ τρῖς / ϲ γ. Η( ) σ(εσ)ημείωμαι. Vgl. BL I; Wilcken, Ostraka I S. 713.