μοναζ(όντων) ἀββᾶ ᾽Ανδρέου → μοναζ(όντων) μοναστηρ(ίου) ἀββᾶ ᾽Ανδρέου (am Original), T.M. Hickey, Z.P.E. 123 (1998), S. 163.