ψαλ{λ}ιδωσιν (Anm. des Ed.) wird abgelehnt, ψαλλι-ο…. | λάκκου τῆς α̣ὐ̣τῶν χωρ(ίων) → ψαλ{λ}ίδα̣ τ̣ο̣ῦ̣ λάκκου τῆς μ̣η̣χ̣ (ανῆς) Τῶν Χωρ(ίων), ,,vault of the cistern of the μηχανὴ Τῶν Χωρίων", P. Oxy. 55. 3804, zu Z. 221.