Μ̣η̣δικῶν Παρθικ(ῶν) Γερμ(ανικῶν) μεγίστ(ων) → Μηδικοῦ Παρθικοῦ Γερμα(νικοῦ) μεγίστου (nach dem Faksimile), P.J. Sijpesteijn, Z.P.E. 45 (1982), S. 182.