ἐπικεχόρηκα̣ καθ̣ώ̣ς → ἐπικεχόρηκ̣κα ὡ̣ς oder ἐπικεχόρηκ̣<α> καθ̣ώ̣ς, H. Maehler, Gnomon 57 (1985), S. 34.