[διέγρ(αψεν) ….]νούφει<ς> ῎Ωρου γεωργ(ὸς) γϙ → Σαπρίων ᾽Ορ[σε]νούφει ῞Ωρου γεωργ(ῷ) χαί(ρειν), C.A. Nelson, briefl. Mitteilung von W.M. Brashear.