ώς τὸ <αὐτὸ> κατά | προστά[γματα ἐδ]ηλώθη ύπὸ τῶν [πρ]οεπιτροπευσάντων ἐκπρᾶξαι κ[ατ]ὰ τὸν αὐτὸν τρόπο[ν ……. ]ως τὰ ὑπάρχοντα κτλ. Pr., Girowesen 489. Sch. u. Pl. briefl., laut Orig.
ώς τὸ <αὐτὸ> κατά | προστά[γματα ἐδ]ηλώθη ύπὸ τῶν [πρ]οεπιτροπευσάντων ἐκπρᾶξαι κ[ατ]ὰ τὸν αὐτὸν τρόπο[ν ……. ]ως τὰ ὑπάρχοντα κτλ. Pr., Girowesen 489. Sch. u. Pl. briefl., laut Orig.