κ]α̣ὶ [ ± 7 ]η̣ ἐνοικοδο-μοῦσα (B.L. 1, S. 41) → wohl κ]α̣θ̣[αιροῦσα oder κ]α̣τ̣[ασπῶσα κ]α̣ὶ̣ ἀ̣νοικοδομοῦσα, P. Hamb. 3. 218, zu Z. 7-9.
κ]α̣ὶ [ ± 7 ]η̣ ἐνοικοδο-μοῦσα (B.L. 1, S. 41) → wohl κ]α̣θ̣[αιροῦσα oder κ]α̣τ̣[ασπῶσα κ]α̣ὶ̣ ἀ̣νοικοδομοῦσα, P. Hamb. 3. 218, zu Z. 7-9.