νζ κληρου (χίας) Πύρρος | Διδύμου Πατ(σώντιος) δημοσίου - δ˪ | Π̣α̣τ̣(σώντιος) βασιλ(ικῆς) - δ˪η ις. Pap. κληρου ohne Kürzungszeichen; vgl. BGU. I S. 358. BGU. I S. 357 zu Nr. 169.