Γερμανικοῦ μη(νὸς) Νέου | Σεβαστοῦ (B.L. 2.1, S. 58) → viell. Γερμανικοῦ μη(νὸς) Γαίου | Σεβαστοῦ, O. Tait 2. 469, Anm.