[---]. πράκ(τορες) → viell. [῾Εριεῦς Παμώνθο]υ̣ πράκ(τωρ) und Πε̣τ̣ε̣θώ̣(του) → viell. Παμώνθο(υ), O. Cairo G.P.W. 58, Anm. zu Z. 1.