πο̣τ̣αμο(φυλακίδων) → Παμώ̣(νθῃ) und danach zu lesen: Φα|μί(νιος) Πικύσ̣(ιος). ῎Ε̣σ̣χο(μεν) παρὰ σο̣ῦ | ὑ(πὲρ) | μερισμοῦ (δυώβολον) ι̣α̣ [(ἔτους)] Θὼθ κ̣, B. Palme, ᾽Απαιτητής S. 240, Anm. 85.