bleeding edge
 

[ὑπάρχ(ει) μ(οι) ἐπ᾽ ἀμφ(όδου) ᾽Απολλ(ωνίου) ῾Ιερ(ακείου) oder Παρ(εμβολῆς) μέρ(ος) οἰκίας], V. Tscherikover, C. P. J. 2. 430, 5.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #