bleeding edge
 

ἀπογρ(αφῆ) ὤν καὶ ὁμο | μήτριος μου ἀδελφὸς | ᾽αβάσκαντος ἀπελεύθ(ερος) | κτλ. W., A III 233. W., A I 140. W., A III 234.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #