bleeding edge
 

| γίνωσκ[ε ..] .. κατακλυ|ζόμενον τὸ χῶμα | γεγράφαμέν σοι, [ἵνα] | μὴ αἰτιάσ[ηι ἡ] μᾶ [ς]. Petr. III Seite 15 zu 42 G, 3.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #