bleeding edge
 

παραγενομένων τῆι [ι]ϛ ε, ἵπ(πων) ε, καὶ συνωρίδων | γ, ἵπ(πων) γ, τοῖς πᾶσιν ῗπποις λδ, χόρτου βαν (Wort unerklärt) δέ(σμας) η | [] σοβ, καὶ τῆι ιζ̄ ὡσαύτως σοβ, ῑη̄ σοβ. Petr. III 61 e. Pr.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #