bleeding edge
 

| καὶ οὐκ ἀποστά νομαί (= ἀφιστάνομαι?) σου ὡς πρῶτο(ν). | ᾽Ερρῶσθαι εὔχομαι ἐν κ(υρί)ῳ | πολλοῖσιν κτλ. W., A III 399. W. briefl., laut Orig.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #