bleeding edge
 

ἢ Αἰγυ(πτίων) πρὸς ῞Ελληνας (l. Αἰγυπτίους) → ἢ Αἰγυ(πτίων) πρὸς <Αἰγυπτίους καὶ Ελλήνων πρὸς> ῞Ελληνας, P.W. Pestman, B.A.S.P. 22 (1985), S. 267.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #