bleeding edge
 

L. ὡς πρὸς σὲ τοῦ λόγου ἐσο(μένου), ἐάν [τ]ι|16 παρὰ τ̣ὸ̣ δέ̣[ο(ν)] γένηται, Wilcken, Archiv 7, 100.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #