bleeding edge
 

(ἔτους) ιδ′ [Αὐρ]η̣λ̣(ίου) ᾽Αν[τωνίν]ου → (ἔτους) ἑ̣ν̣δ̣ε̣κάτου ᾽Αντω̣ν̣ε̣ί̣ν̣ο̣υ̣, P. Customs, S. 151.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #