bleeding edge
 

L. Μέ(τρημα) θησ(αυροῦ) κω(μῶν) γενή(ματος) ιδς ᾽Αντων̣ί̣ν̣ο̣υ̣ |2 Καίσαρος τοῦ κυρίου, ᾽Επεὶφ ε̄, |3 ὑπ(ὲρ) Χ(άρακος) ὀνόματος) Ταμενρώσιος Ψεμενώ(φιος) |4 πυροῦ ἥμισυ /ϲ (2. H.) Πετε( ) γραμματεὺςϲ.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #