bleeding edge
 

῾Αθὺρ ιϛ δά(νειον) Διονυ(σίου) [πρὸς Διονύ(σιον)] τοῦ Κεφαλᾶτος (πυροῦ) (ἀρτάβαι) νε, F. Pringsheim, The Greek law of sale S. 273 A. 3.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #